Σήμερα είναι Πρωταπριλιά και συνήθεια όλων μας είναι να λέμε ένα αθώο ψέμα.
Σύμφωνα με τον Έλληνα λαογράφο Λουκάτο το έθιμο αυτό αποτελεί ένα σκόπιμο "ξεγέλασμα των βλαπτικών δυνάμεων που θα εμπόδιζαν την όποια παραγωγή" όπως είναι η αρχή του μήνα τόσο για τον Μάρτιο, όσο και τον Απρίλιο υποχρεώνοντας πολλούς να λαμβάνουν διάφορα "αντίμετρα" (αλεξίκανα μέτρα). Επίσης και ο Έλληνας λαογράφος Γ. Μέγας συμφωνεί πως η πρωταπριλιάτικη "ψευδολογία" παραπλανά ελλοχεύουσες δυνάμεις του κακού, έτσι ώστε να θεωρείται από τον λαό ως σημαντικός όρος μαγνητικής ενέργειας (έλξης ή αποτροπής) για μια επικείμενη επιτυχία.
Πηγή
Εγώ θα σας πώ μια αληθινή ιστορία για το μεγαλείο της ψυχής και για το πώς μπορεί να οδηγήσει σε ιστορικές τομές. Πώς μπορεί δηλαδή κάποιος να σώσει την παρτίδα, ακόμα και όταν όλα φαίνονται χαμένα.
Γιατί πρέπει να διαβάζουμε και τις καλές ειδήσεις και να θυμόμαστε και τα καλά γεγονότα. Για να έχουμε θάρρος και δυναμη για το μέλλον.
Μαρία «Κουτσοχέρω», όταν η δύναμη ψυχής τσακίζει τις δυσκολίες της ζωής
της Μαυρέττας Αρβανίτη
Σύμφωνα με τον Έλληνα λαογράφο Λουκάτο το έθιμο αυτό αποτελεί ένα σκόπιμο "ξεγέλασμα των βλαπτικών δυνάμεων που θα εμπόδιζαν την όποια παραγωγή" όπως είναι η αρχή του μήνα τόσο για τον Μάρτιο, όσο και τον Απρίλιο υποχρεώνοντας πολλούς να λαμβάνουν διάφορα "αντίμετρα" (αλεξίκανα μέτρα). Επίσης και ο Έλληνας λαογράφος Γ. Μέγας συμφωνεί πως η πρωταπριλιάτικη "ψευδολογία" παραπλανά ελλοχεύουσες δυνάμεις του κακού, έτσι ώστε να θεωρείται από τον λαό ως σημαντικός όρος μαγνητικής ενέργειας (έλξης ή αποτροπής) για μια επικείμενη επιτυχία.
Πηγή
Εγώ θα σας πώ μια αληθινή ιστορία για το μεγαλείο της ψυχής και για το πώς μπορεί να οδηγήσει σε ιστορικές τομές. Πώς μπορεί δηλαδή κάποιος να σώσει την παρτίδα, ακόμα και όταν όλα φαίνονται χαμένα.
Γιατί πρέπει να διαβάζουμε και τις καλές ειδήσεις και να θυμόμαστε και τα καλά γεγονότα. Για να έχουμε θάρρος και δυναμη για το μέλλον.
Μαρία «Κουτσοχέρω», όταν η δύναμη ψυχής τσακίζει τις δυσκολίες της ζωής
της Μαυρέττας Αρβανίτη
(Πηγή)
"Όλα ξετυλίχθηκαν στην Καρυά, το ορεινό κεφαλοχώρι της Λευκάδας, που
βρίσκεται 13 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα του νησιού. Ένα πανέμορφο
χωριό που οι λέξεις δύσκολα μπορούν ναπεριγράψουν. Εδώ γεννήθηκε η
Μαρία, ένα ζωηρό παιδί που πάλεψε με την μοίρα του, σημαδεύοντας η μία
την άλλη. Η ιστορία της Μαρίας ξετυλίχθηκε εδώ ανάμεσα στα πανύψηλα
πλατάνια που επιβάλλονται με την παρουσία τους στην πλατεία του χωριού
χαρίζοντας στους ανθρώπους όχι μόνο δροσιά αλλά και ένα φυσικό μνημείο
ανεκτίμητης αισθητικής αξίας.
Η Μαρία Σταύρακα γεννήθηκε στην Καρυά από αγρότες γονείς γύρω στα 1860. Πέθανε το 1948. Κύρια απασχόληση της – όπως και των περισσοτέρων κατοίκων του χωριού – ήταν οι αγροτικές εργασίες. Εργαζόταν στην καλλιέργεια της γης από πολύ νεαρή ηλικία. Η αλήθεια είναι ότι η Μαρία ήταν πολύ ζωηρή, έξυπνη και πειραχτήρι. Η ζωηράδα αυτή έγινε η αιτία σε πολύ μικρή ηλικία να χάσει δια παντός το δεξί της χέρι: στη διάρκεια του παιχνιδιού στο ύπαιθρο, έπεσε από ένα δέντρο στο οποίο είχε σκαρφαλώσει. Το χέρι της υπέστη σοβαρά τραύματα, η πληγή μολύνθηκε και η ιατρική της εποχής δεν έβρισκε άλλη λύση πλην του ακρωτηριασμού. Το μέλος αφαιρέθηκε από το ύψος του αγκώνα. Όχι πολύ αργότερα, ένα δεύτερο ατύχημα της δημιουργεί αναπηρία και στο άλλο χέρι. Έτσι έγινε Κουτσοχέρω, δηλαδή είχε «κουτσά» και τα δύο χέρια της.
Πλέον η συμμετοχή στις αγροτικές εργασίες και τα παιχνίδια στη εξοχή έγιναν παρελθόν. Κλείστηκε στο σπίτι και οι άνθρωποι που πολλές φορές δεν μπορούν να κρύψουν την σκληρότητά τους της κόλλησαν το όνομα “Κουτσοχέρω”. Η ίδια με κάποιο τρόπο έπρεπε να γεμίσει το χρόνο της. Αποπειράται να κεντήσει. Διαθέτει μόνο το αριστερό χέρι – κι αυτό ανάπηρο! Εφευρίσκει, μετά από επίπονες προσπάθειες, έναν τρόπο να σταθεροποιεί το ύφασμα του κεντήματος: με μια παραμάνα συγκρατεί το ύφασμα πάνω στο φόρεμά της και το κρατά ανάμεσα στα πόδια. Κεντάει με το «κουτλό», το αριστερό. Κεντάει, ξηλώνει και ξανά από την αρχή. Μετά από κοπιώδεις προσπάθειες, μαθαίνει την τεχνική του κεντήματος. Συλλαμβάνει – έπειτα από πολλές ώρες εργασίας – την «καφασοβελονιά», κάτι εντελώς πρωτόγνωρο για τις τότε γνωστές τεχνικές.
Η γειτονιά ολόκληρη δείχνει εξαιρετικό θαυμασμό για την νέα αυτή τεχνική και το αισθητικό της αποτέλεσμα. Η Μαρία ενθουσιάζεται και αρχίζει να εμπλουτίζει την τεχνική της, ανάγοντας την πλέον σε ολόκληρη, ιδιαίτερη, νέα κεντητική τέχνη. Οι συνθέσεις της απεικονίζουν σκηνές και αντικείμενα από την πλούσια φύση του χωριού. Η «καφασοβελονιά», συγκεκριμένα, είναι εμπνευσμένη από το καφασωτό του γυναικωνίτη της εκκλησίας. Άλλα σχέδια είναι οι μαργαρίτες, τα φυλλαράκια, τα φιοράκια, τα ροδάκια και συνδυασμοί αυτών. Έπειτα προσθέτει τις σφραγίδες, τις κουπούλες, το σταυρογάζι, το ψαράγκαθο και την οκτωμισοροδούλα. Οι συνδυασμοί όλων αυτών γίνονται πολυσύνθετες απεικονίσεις.
Στη νύφη του Βαλαωρίτη
και τη βασίλισσα Σοφία
Η «νέα τέχνη», η Καρσάνικη Βελονιά ξεπερνά τα όρια τις γειτονιάς και διαδίδεται σε όλο το χωριό, πράγμα το οποίο τονώνει την ψυχοσύνθεση της Μαρίας αλλά και τις δίνει την απαραίτητη ώθηση προκειμένου να συνεχίσει και να τελειοποιήσει αυτήν την εξαιρετικά επίπονη εργασία με το εξαιρετικά καλαίσθητο αποτέλεσμα.
Η Ζωή Βαλαωρίτη – νύφη του εθνικού ποιητή - Αριστοτέλη Βαλαωρίτη πληροφορείται για την τέχνη του Καρσάνικου Κεντήματος και επισκέπτεται την Μαρία στο σπίτι της, όπου μένει έκθαμβη από τα αριστουργήματά της. Μεταφέρει τα νέα στην βασίλισσα Σοφία και αυτή εντυπωσιάζεται με τη σειρά της από τα κεντήματα. Έτσι ιδρύεται, με την αρωγή της Βασιλικής Πρόνοιας, το 1912 η πρώτη σχολή καρσάνικου κεντήματος στην Καρυά. Βασική δασκάλα - όπως είναι ευνόητο – είναι η ίδια η Μαρία η Κουτσοχέρω. Ο αριθμός των μαθητριών εξ αρχής είναι μεγάλος. Η Σχολή στεγάζεται στο κτήριο της οικογένειας Νάστου – λίγο πιο κάτω από την Πλατεία της Καρυάς – το οποίο υπήρξε, έως το 1854, το εξοχικό του Άγγλου έπαρχου στο νησί της Λευκάδος.
Η Μαρία διδάσκει με μεγάλο ενθουσιασμό και ιδιαίτερο ζήλο. Όλα τα κορίτσια του χωριού κεντάνε πλέον και δημιουργούνται έτσι εκατοντάδες – ή και χιλιάδες – αριστουργήματα που, κατά κύριο λόγο, προστίθενται στα προικιά των κοριτσιών. Τραπεζομάνδηλα, σεντόνια, πετσέτες, σεμέν, τραπεζοκαρέ, πάντες, μαξιλαροθήκες και άλλα κομμάτια μοναδικής ομορφιάς – από την άλλη, μπαίνουν σε μπαούλα και ταξιδεύουν για το Παλάτι και την προίκα της βασίλισσας Σοφίας.
Το Κέντημα εμπλουτίζεται συνέχεια από τις ιδιαίτερες εμπνεύσεις της εκάστοτε κεντήστριας, η ίδια η Μαρία άφησε τεράστια παρακαταθήκη ως βάση.
Ένας ανάπηρος από τον πόλεμο του 1912,
συνεχιστής του έργου της Μαρίας
Η ίδια η Κουτσοχέρω πείθει και έναν άνδρα να συμμετάσχει στην δημιουργία κεντημάτων, ο οποίος είναι κι αυτός ανάπηρος από τον πόλεμο του 1912: τον Αργύρη Σταύρακα. «Δεν υπάρχει γυναικεία και ανδρική δουλειά» του λέει. Το ακμαίο και ασίγιστο πνεύμα της τελικά τον κάνει να συμφωνήσει και να αρχίσει να εργάζεται. Ο Αργύρης ή Κουτσαργύρης – κυρίως εμπνεόμενος από το ψυχικό σφρίγος της ανάπηρης Μαρίας – εργάζεται πάνω στην τεχνική με ζήλο και μεράκι. Κάποια από τα σχέδιά του είναι, ίσως, μέσα στην λίστα με τα ομορφότερα και τα πιο διαδεδομένα σχέδια του Καρσάνικου Κεντήματος. Πρέπει να είναι από τους ελάχιστους άνδρες κεντητές στην Ελλάδα και από τους λίγους, γενικότερα, παγκοσμίως.
Κι απο εκεί σε ολόκληρη την Ευρώπη…
Όλα αυτά έκαναν το Καρσάνικο Κέντημα απαραίτητο στοιχείο μιας ολοκληρωμένης γυναικεία προίκα. Από την Βασιλική Πρόνοια το κέντημα γίνεται γνωστό σε όλα τα ευρωπαϊκά βασιλικά σαλόνια. Φτάνουν παραγγελίες από όλη σχεδόν την Ευρώπη. Το ισπανικό παλάτι – οι παραγγελίες του οποίου είναι γνωστές - αποκτά εκατοντάδες εργόχειρα. Δεν είναι, όμως, αποκλειστικά βασιλικό προνόμιο! Χιλιάδες σπίτια ανθρώπων όλων των οικονομικών καταστάσεων κοσμούνται από Καρσάνικα Κεντήματα.
Από τότε μέχρι σήμερα η πορεία του Καρσάνικου Κεντήματος είναι αδιάκοπτη και σ’ αυτό συμβάλει καθοριστικά η ευαισθησία και η λεπτότητα των γυναικών της Καρυάς. Τα χοντροκομμένα υφαντά στα σαλόνια των σπιτιών, τα αντικαθιστούν καλλιτεχνήματα σπάνιας λεπτότητας, φτιαγμένα με μεταξωτές, κυρίως, κλωστές και βαμβακερές. Κάθε κεντήστρα έχει πάντα τη δυνατότητα να εφαρμόσει στα κεντήματά της τη δική της έμπνευση παράγοντας, έτσι, νέα, ιδιαίτερα, μοναδικά σχέδια. Κάποια μοτίφια, πάντως, μένουν αναλλοίωτα όπως τα πρωτοέφτιαξε η Μαρία.
Σήμερα οι κεντήστρες του Καρσάνικου Κεντήματος είναι λίγες, παρ’ όλα αυτά εργάζονται με το ίδιο πάθος προκειμένου να ολοκληρώσουν κάθε εργόχειρο. Σιγά – σιγά το κέντημα σπανίζει και αποτελεί είδος ιδιαίτερης αξίας: τόσο αισθητικής, όσο και ιστορικής.
Το Καρσάνικο Κέντημα είναι ένα καλλιτέχνημα που δένει άψογα με κάθε εσωτερική διακόσμηση, με κάθε τύπο επίπλων, με κάθε χρώμα του περιβάλλοντα χώρου, καθώς το χρωματολόγιο είναι μεγάλο. (Πηγή)
Θα πρέπει να τονιστεί οτι στην Καρυά υπάρχει εδώ και αρκετά χρόνια το Λαογραφικό Μουσείο «Μαρία Κουτσοχέρω» το οποίο είναι προσωπική προσπάθεια του καρσάνου Θοδωρή Κατωπόδη ο οποίος με προσωπική δουλειά και έξοδα έχει καταφέρει να φτιάξει ένα μουσείο που αποτελεί στολίδι για την Καρυά αλλά και για όλη την Λευκάδα. Με μηδενική βοήθεια από την πολιτεία όπως μας είπε ο ίδιος αλλά με το μεράκι του και την αγάπη του στο τόπο που γεννήθηκε και μεγάλωσε έφτιαξε το μουσείο για να καταφέρει να διατηρήσει ζωντανή την ιστορία του τόπου μας. Το σπίτι-μουσείο φιλοξενεί τα αυθεντικά κεντήματα της Κουτσοχέρως και πολλά άλλα εκθέματα, από τον αργαλειό μέχρι τις κλωστές και από τα υφάσματα μέχρι το κρεβάτι της. Κατεβαίνοντας τα παλιά ξύλινα σκαλιά βλέπεις ένα σπίτι που ξυπνά μνήμες από το παρελθόν. Σχεδόν έχεις την αίσθηση πως ανά πάσα στιγμή θα δεις μπροστά σου την Κουτσοχέρω ή θα δεις το τσουκάλι να βράζει με μια γυναίκα να μαγειρεύει και να ετοιμάζει το τραπέζι για τα παιδιά της. Τα στρωμένα κρεβάτια, το τραπέζι με τα πιάτα και τα μαχαιροπίρουνα, μοιάζουν να περιμένουν τους ιδιοκτήτες τους λες και όλα θα γίνουν όπως ήταν πριν από δεκαετίες.
Ευχαριστώ τους συγγραφείς, οι οποίοι αναφέρονται ως πηγές και ευχαριστώ και το facebook, μια και μια ανάρτηση φίλου άντλησα την εμπνευση να γράψω την ιστορία.
Η Μαρία Σταύρακα γεννήθηκε στην Καρυά από αγρότες γονείς γύρω στα 1860. Πέθανε το 1948. Κύρια απασχόληση της – όπως και των περισσοτέρων κατοίκων του χωριού – ήταν οι αγροτικές εργασίες. Εργαζόταν στην καλλιέργεια της γης από πολύ νεαρή ηλικία. Η αλήθεια είναι ότι η Μαρία ήταν πολύ ζωηρή, έξυπνη και πειραχτήρι. Η ζωηράδα αυτή έγινε η αιτία σε πολύ μικρή ηλικία να χάσει δια παντός το δεξί της χέρι: στη διάρκεια του παιχνιδιού στο ύπαιθρο, έπεσε από ένα δέντρο στο οποίο είχε σκαρφαλώσει. Το χέρι της υπέστη σοβαρά τραύματα, η πληγή μολύνθηκε και η ιατρική της εποχής δεν έβρισκε άλλη λύση πλην του ακρωτηριασμού. Το μέλος αφαιρέθηκε από το ύψος του αγκώνα. Όχι πολύ αργότερα, ένα δεύτερο ατύχημα της δημιουργεί αναπηρία και στο άλλο χέρι. Έτσι έγινε Κουτσοχέρω, δηλαδή είχε «κουτσά» και τα δύο χέρια της.
Πλέον η συμμετοχή στις αγροτικές εργασίες και τα παιχνίδια στη εξοχή έγιναν παρελθόν. Κλείστηκε στο σπίτι και οι άνθρωποι που πολλές φορές δεν μπορούν να κρύψουν την σκληρότητά τους της κόλλησαν το όνομα “Κουτσοχέρω”. Η ίδια με κάποιο τρόπο έπρεπε να γεμίσει το χρόνο της. Αποπειράται να κεντήσει. Διαθέτει μόνο το αριστερό χέρι – κι αυτό ανάπηρο! Εφευρίσκει, μετά από επίπονες προσπάθειες, έναν τρόπο να σταθεροποιεί το ύφασμα του κεντήματος: με μια παραμάνα συγκρατεί το ύφασμα πάνω στο φόρεμά της και το κρατά ανάμεσα στα πόδια. Κεντάει με το «κουτλό», το αριστερό. Κεντάει, ξηλώνει και ξανά από την αρχή. Μετά από κοπιώδεις προσπάθειες, μαθαίνει την τεχνική του κεντήματος. Συλλαμβάνει – έπειτα από πολλές ώρες εργασίας – την «καφασοβελονιά», κάτι εντελώς πρωτόγνωρο για τις τότε γνωστές τεχνικές.
Η γειτονιά ολόκληρη δείχνει εξαιρετικό θαυμασμό για την νέα αυτή τεχνική και το αισθητικό της αποτέλεσμα. Η Μαρία ενθουσιάζεται και αρχίζει να εμπλουτίζει την τεχνική της, ανάγοντας την πλέον σε ολόκληρη, ιδιαίτερη, νέα κεντητική τέχνη. Οι συνθέσεις της απεικονίζουν σκηνές και αντικείμενα από την πλούσια φύση του χωριού. Η «καφασοβελονιά», συγκεκριμένα, είναι εμπνευσμένη από το καφασωτό του γυναικωνίτη της εκκλησίας. Άλλα σχέδια είναι οι μαργαρίτες, τα φυλλαράκια, τα φιοράκια, τα ροδάκια και συνδυασμοί αυτών. Έπειτα προσθέτει τις σφραγίδες, τις κουπούλες, το σταυρογάζι, το ψαράγκαθο και την οκτωμισοροδούλα. Οι συνδυασμοί όλων αυτών γίνονται πολυσύνθετες απεικονίσεις.
Στη νύφη του Βαλαωρίτη
και τη βασίλισσα Σοφία
Η «νέα τέχνη», η Καρσάνικη Βελονιά ξεπερνά τα όρια τις γειτονιάς και διαδίδεται σε όλο το χωριό, πράγμα το οποίο τονώνει την ψυχοσύνθεση της Μαρίας αλλά και τις δίνει την απαραίτητη ώθηση προκειμένου να συνεχίσει και να τελειοποιήσει αυτήν την εξαιρετικά επίπονη εργασία με το εξαιρετικά καλαίσθητο αποτέλεσμα.
Η Ζωή Βαλαωρίτη – νύφη του εθνικού ποιητή - Αριστοτέλη Βαλαωρίτη πληροφορείται για την τέχνη του Καρσάνικου Κεντήματος και επισκέπτεται την Μαρία στο σπίτι της, όπου μένει έκθαμβη από τα αριστουργήματά της. Μεταφέρει τα νέα στην βασίλισσα Σοφία και αυτή εντυπωσιάζεται με τη σειρά της από τα κεντήματα. Έτσι ιδρύεται, με την αρωγή της Βασιλικής Πρόνοιας, το 1912 η πρώτη σχολή καρσάνικου κεντήματος στην Καρυά. Βασική δασκάλα - όπως είναι ευνόητο – είναι η ίδια η Μαρία η Κουτσοχέρω. Ο αριθμός των μαθητριών εξ αρχής είναι μεγάλος. Η Σχολή στεγάζεται στο κτήριο της οικογένειας Νάστου – λίγο πιο κάτω από την Πλατεία της Καρυάς – το οποίο υπήρξε, έως το 1854, το εξοχικό του Άγγλου έπαρχου στο νησί της Λευκάδος.
Η Μαρία διδάσκει με μεγάλο ενθουσιασμό και ιδιαίτερο ζήλο. Όλα τα κορίτσια του χωριού κεντάνε πλέον και δημιουργούνται έτσι εκατοντάδες – ή και χιλιάδες – αριστουργήματα που, κατά κύριο λόγο, προστίθενται στα προικιά των κοριτσιών. Τραπεζομάνδηλα, σεντόνια, πετσέτες, σεμέν, τραπεζοκαρέ, πάντες, μαξιλαροθήκες και άλλα κομμάτια μοναδικής ομορφιάς – από την άλλη, μπαίνουν σε μπαούλα και ταξιδεύουν για το Παλάτι και την προίκα της βασίλισσας Σοφίας.
Το Κέντημα εμπλουτίζεται συνέχεια από τις ιδιαίτερες εμπνεύσεις της εκάστοτε κεντήστριας, η ίδια η Μαρία άφησε τεράστια παρακαταθήκη ως βάση.
Ένας ανάπηρος από τον πόλεμο του 1912,
συνεχιστής του έργου της Μαρίας
Η ίδια η Κουτσοχέρω πείθει και έναν άνδρα να συμμετάσχει στην δημιουργία κεντημάτων, ο οποίος είναι κι αυτός ανάπηρος από τον πόλεμο του 1912: τον Αργύρη Σταύρακα. «Δεν υπάρχει γυναικεία και ανδρική δουλειά» του λέει. Το ακμαίο και ασίγιστο πνεύμα της τελικά τον κάνει να συμφωνήσει και να αρχίσει να εργάζεται. Ο Αργύρης ή Κουτσαργύρης – κυρίως εμπνεόμενος από το ψυχικό σφρίγος της ανάπηρης Μαρίας – εργάζεται πάνω στην τεχνική με ζήλο και μεράκι. Κάποια από τα σχέδιά του είναι, ίσως, μέσα στην λίστα με τα ομορφότερα και τα πιο διαδεδομένα σχέδια του Καρσάνικου Κεντήματος. Πρέπει να είναι από τους ελάχιστους άνδρες κεντητές στην Ελλάδα και από τους λίγους, γενικότερα, παγκοσμίως.
Κι απο εκεί σε ολόκληρη την Ευρώπη…
Όλα αυτά έκαναν το Καρσάνικο Κέντημα απαραίτητο στοιχείο μιας ολοκληρωμένης γυναικεία προίκα. Από την Βασιλική Πρόνοια το κέντημα γίνεται γνωστό σε όλα τα ευρωπαϊκά βασιλικά σαλόνια. Φτάνουν παραγγελίες από όλη σχεδόν την Ευρώπη. Το ισπανικό παλάτι – οι παραγγελίες του οποίου είναι γνωστές - αποκτά εκατοντάδες εργόχειρα. Δεν είναι, όμως, αποκλειστικά βασιλικό προνόμιο! Χιλιάδες σπίτια ανθρώπων όλων των οικονομικών καταστάσεων κοσμούνται από Καρσάνικα Κεντήματα.
Από τότε μέχρι σήμερα η πορεία του Καρσάνικου Κεντήματος είναι αδιάκοπτη και σ’ αυτό συμβάλει καθοριστικά η ευαισθησία και η λεπτότητα των γυναικών της Καρυάς. Τα χοντροκομμένα υφαντά στα σαλόνια των σπιτιών, τα αντικαθιστούν καλλιτεχνήματα σπάνιας λεπτότητας, φτιαγμένα με μεταξωτές, κυρίως, κλωστές και βαμβακερές. Κάθε κεντήστρα έχει πάντα τη δυνατότητα να εφαρμόσει στα κεντήματά της τη δική της έμπνευση παράγοντας, έτσι, νέα, ιδιαίτερα, μοναδικά σχέδια. Κάποια μοτίφια, πάντως, μένουν αναλλοίωτα όπως τα πρωτοέφτιαξε η Μαρία.
Σήμερα οι κεντήστρες του Καρσάνικου Κεντήματος είναι λίγες, παρ’ όλα αυτά εργάζονται με το ίδιο πάθος προκειμένου να ολοκληρώσουν κάθε εργόχειρο. Σιγά – σιγά το κέντημα σπανίζει και αποτελεί είδος ιδιαίτερης αξίας: τόσο αισθητικής, όσο και ιστορικής.
Το Καρσάνικο Κέντημα είναι ένα καλλιτέχνημα που δένει άψογα με κάθε εσωτερική διακόσμηση, με κάθε τύπο επίπλων, με κάθε χρώμα του περιβάλλοντα χώρου, καθώς το χρωματολόγιο είναι μεγάλο. (Πηγή)
Το βασικό στοιχείο της διαφορετικότητας στην καρσάνικη βελονιά είναι ο καινούριος τρόπος που οι κεντήστρες τρυπούν τις διασταυρώσεις των κλωνιών στημονιού – υφαδιού, ο αριθμός των κλωνιών που η κάθε βελονιά καλύπτει και η κατεύθυνση της κλωστής κατά την κάλυψη ( τεχνική κεντήματος ) και τα σχέδια που προέκυπταν κατά τη διάρκεια των διακοσίων περίπου ετών που οι γυναίκες δούλεψαν στο κέντημα. Διακρίνουμε τρεις τεχνικές στο καρσάνικο κέντημα: Η Καφασοβελονιά, το Πλακέ και το Σταυρογάζι. Τα σχέδια του κεντήματος είναι: η Κούπα, το Ψαράγκαθο, οι Ρόδες, η Σφραγίδα, η Λύρα, τα Φιοράκια, το φελί, το Μοτίφ.(πηγη: http: //www. karya. gov. gr).
Θα πρέπει να τονιστεί οτι στην Καρυά υπάρχει εδώ και αρκετά χρόνια το Λαογραφικό Μουσείο «Μαρία Κουτσοχέρω» το οποίο είναι προσωπική προσπάθεια του καρσάνου Θοδωρή Κατωπόδη ο οποίος με προσωπική δουλειά και έξοδα έχει καταφέρει να φτιάξει ένα μουσείο που αποτελεί στολίδι για την Καρυά αλλά και για όλη την Λευκάδα. Με μηδενική βοήθεια από την πολιτεία όπως μας είπε ο ίδιος αλλά με το μεράκι του και την αγάπη του στο τόπο που γεννήθηκε και μεγάλωσε έφτιαξε το μουσείο για να καταφέρει να διατηρήσει ζωντανή την ιστορία του τόπου μας. Το σπίτι-μουσείο φιλοξενεί τα αυθεντικά κεντήματα της Κουτσοχέρως και πολλά άλλα εκθέματα, από τον αργαλειό μέχρι τις κλωστές και από τα υφάσματα μέχρι το κρεβάτι της. Κατεβαίνοντας τα παλιά ξύλινα σκαλιά βλέπεις ένα σπίτι που ξυπνά μνήμες από το παρελθόν. Σχεδόν έχεις την αίσθηση πως ανά πάσα στιγμή θα δεις μπροστά σου την Κουτσοχέρω ή θα δεις το τσουκάλι να βράζει με μια γυναίκα να μαγειρεύει και να ετοιμάζει το τραπέζι για τα παιδιά της. Τα στρωμένα κρεβάτια, το τραπέζι με τα πιάτα και τα μαχαιροπίρουνα, μοιάζουν να περιμένουν τους ιδιοκτήτες τους λες και όλα θα γίνουν όπως ήταν πριν από δεκαετίες.
Ευχαριστώ τους συγγραφείς, οι οποίοι αναφέρονται ως πηγές και ευχαριστώ και το facebook, μια και μια ανάρτηση φίλου άντλησα την εμπνευση να γράψω την ιστορία.
Μέχρι την επόμενη εβδομάδα..μην ξεχνάτε..να χαμογελάτε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου